animated-greece-flag-image-0011

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Το παιχνίδι των ξένων Το τίμημα για το «πιστοποιητικό σταθερότητας» του Βερολίνου

Το παιχνίδι των ξένων
Αποψη του Φαληρικού όρμου που προορίζεται για αξιοποίηση και επενδύσεις.



Μία νομική διατύπωση που έφτασε στο υπουργείο Ανάπτυξης από το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) «μπλόκαρε» το σχέδιο νόμου για την δημιουργία δύο εταιριών ειδικού σκοπού για την αξιοποίηση του Φαληρικού Όρμου και του παραλιακού μετώπου της Αττικής, προκαλώντας εκνευρισμό στην πλατεία Συντάγματος.

Η πρώτη σύγκρουση υπουργών της κυβέρνησης του κ. Αντώνη Σαμαρά με το ΤΑΙΠΕΔ ανέδειξε την «υπεροπλία» του Ταμείου έναντι των υπουργείων, η οποία εκπορεύεται, σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, από την εμπιστοσύνη των δανειστών. Μάλιστα, διακρίνουν πίσω από την αυτονόμηση του Ταμείου μία βαθύτερη στρατηγική των πιστωτών για ριζικές αλλαγές στο οικονομικοπολιτικό σύστημα της Ελλάδας, με γνώμονα την «επόμενη μέρα» σε μία πιο «Τευτονική» Ευρώπη.

Στελέχη του υπουργείου Ανάπτυξης καταλογίζουν στο ΤΑΙΠΕΔ ότι θεωρεί πως «όλη η δημόσια περιουσία του ανήκει δικαιωματικά», διαπιστώνουν την όλο και πιο επιθετική στάση του, μιλούν για έπαρση των εκπροσώπων του στις διυπουργικές συναντήσεις, όπου μάλιστα εκφράζονται υπέρ της ύπαρξης «τεκμηρίου κυριότητας του ΤΑΙΠΕΔ στο σύνολο της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου», κάτι που, σύμφωνα με ό,τι λένε, «συνάγεται από το Μνημόνιο». Μάλιστα, φτάνουν να το κατηγορούν ως «πολιορκητικό κριό της Τρόικας».

Η σύγκρουση για τα SPV

Όπως πληροφορείται «Το Βήμα», το υπουργείο Ανάπτυξης είχε ωριμάσει το σχέδιο δημιουργίας δύο εταιριών ειδικού σκοπού (SPV) για την αξιοποίηση του Φαληρικού Όρμου και του παράκτιου μετώπου της Αττικής, εντάσσοντας το στο νομοσχέδιο για τον νέο αναπτυξιακό νόμο, με στόχο την στοιχειώδη και συντεταγμένη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, προ της εκποίησης.

Όπως αναφέρουν κύκλοι κοντά στην υπόθεση, στόχος ήταν τα ακίνητα να δοθούν «καθαρά», χωρίς νομικά προβλήματα, προκειμένου να πωληθούν με υπεραξία και όχι κοψοχρονιά. «Το ΤΑΙΠΕΔ επικαλέστηκε μία εικαζόμενη πρόβλεψη της Τρόικας, ζητώντας το "κόψιμο" της αξιοποίησης των δημοσίων ακινήτων και επιτυγχάνοντας την αναστολή της κατάθεσης του νομοσχεδίου» αναφέρουν και τονίζουν ότι το Ταμείο επιδιώκει να αναλάβει το παράκτιο μέτωπο της Αττικής, αν και αυτό δεν προβλέπεται από το μνημόνιο.

Δεν είναι τυχαίο, όπως λένε, ότι το ΤΑΙΠΕΔ ζήτησε από το υπουργείο Ανάπτυξης να εξαιρεθούν - μεταξύ άλλων- από τα SPV το Ελληνικό, ο Αστέρας και το Λαγονήσι, ζητώντας, μάλιστα, να μπει ως ρήτρα η φράση «και όποιο άλλο ακίνητο θα περιέλθει στο ΤΑΙΠΕΔ». Στελέχη του υπουργείου μιλούν για τελείως λάθος προσέγγιση εκ μέρους του Ταμείου, αφού διακρίνουν μία στρατηγική για πώληση ανώριμων - και άρα χαμηλότερης προστιθέμενης αξίας - περιουσιακών στοιχείων. «Κακοποιούν τη λέξη επένδυση. Η πώληση με αυτό τον τρόπο δεν είναι επένδυση, αλλά το ακριβώς αντίθετο» παρατηρούν.

Προς εξόντωση η τοπική ελίτ

Αυτές οι ζυμώσεις, οι οποίες τελούν αν όχι υπό την υποστήριξη, σίγουρα, όμως υπό την ανοχή της Τρόικας, έχουν ενδυναμώσει στο πολιτικό επίπεδο την ισχύ του ΤΑΙΠΕΔ, κάτι, που σύμφωνα με όσα λέει, «κάνει τους υπουργούς να "ψαρώνουν" σε όσα ζητάει».

Συνομιλητής του Βερολίνου διακρίνει κάτι μεγαλύτερο πίσω από αυτές τις ασυμμετρίες. «Η κρίση χρησιμοποιείται ως πιεστικός μηχανισμός αλλαγής του τοπίου σε οικονομία και πολιτική με στόχο την "απόσυρση" της εγχώριας ελίτ για να βγει από το παιχνίδι των αποκρατικοποιήσεων» συνεχίζει.

«Δεν πρόκειται να κάνουν σωστικές παρεμβάσεις μέχρι να εξασφαλίσουν ότι θέλουν. Θεωρούν ότι εάν πάρουν κομμάτι από τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας, θα έχουν να δείξουν ένα αντιστάθμισμα στους γερμανούς ψηφοφόρους, οι οποίοι βάζουν πλάτη στην αναχρηματοδότηση του δανεισμού της Ελλάδας» προσθέτει.

Παράγοντες που συνδιαλέγονται με τους Γερμανούς βλέπουν την πρόθεση του Βερολίνου για δομική αλλαγή του συστήματος στην Ελλάδα «δια της εξολόθρευσης της τοπικής ελίτ, την οποία παρουσιάζουν ως "ελληνική ολιγαρχία"» λένε.

Όπως μεταδίδουν, γνωστά επιχειρηματικά «τζάκια» θεωρούνται λόγω πολιτικοοικονομικής ισχύος ως «θύλακες αντίστασης» και έχουν μπει στο στόχαστρο της στρατηγικής των δανειστών, οι οποίοι σπεύδουν να συμμαχήσουν με «παίκτες» που κινούνται δορυφορικά στον «πυρήνα» του συστήματος. Πρώτος στόχος είναι μία «διευθέτηση» προς έναν δημόσιο βίο πιο ευρωπαϊκό και μία αγορά πιο καπιταλιστική, η οποία θα ταιριάζει περισσότερο σε μία Γερμανική Ευρώπη, σχολιάζουν.  

Στο βάθος, όμως, παρατηρούν, βρίσκεται η βούληση για εκδίωξη της τοπικής ελίτ από το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. «Προσπαθούν να κατασυκοφαντήσουν τους προβεβλημένους της δημόσιας ζωής και να τους "ψαλιδίσουν" το κύρος, επιδιώκοντας σαφή οφέλη» σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι, υπογραμμίζοντας τον στόχο του «αφελληνισμού του τραπεζικού συστήματος» για τον έλεγχο της οικονομίας, προκειμένου να «τρέξει» ευκολότερη η «μοιρασιά» των ιδιωτικοποιήσεων.

Δεν είναι τυχαίο, παρατηρούν, ότι οι δανειστές δεν θέλουν ούτε να ακούν για εμπλοκή τρίτων, όπως οι Ρώσοι, οι Κινέζοι και οι Άραβες και, μάλιστα, έχουν θέσει βέτο για οποιαδήποτε απόπειρα ανάμειξής τους στο τραπεζικό σύστημα, ενώ αισθάνονται τουλάχιστον άβολα με το ενδιαφέρον τους στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. «Δεν είναι καθόλου τυχαίο που πέρασαν στο Μνημόνιο την υποχρέωση για πραγματοποίηση διεθνών διαγωνισμών για την παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων, αποτρέποντας έτσι τυχόν διακρατικές συμφωνίες» παρατηρούν.

Το ρίσκο και ο φόβος των ξένων

Μάλιστα, κυβερνητικός αξιωματούχος, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας, αναφέρει ότι πέντε επενδυτικά ταμεία Αγγλοσαξωνικής προέλευσης τελούν εν αναμονή για τις ελληνικές ιδιωτικοποιήσεις και διατηρούν ανοιχτή γραμμή επαφής με το ΤΑΙΠΕΔ, μέσω νομικών συμβούλων.

Σύμφωνα με συνομιλητές των δανειστών, ο μόνος ανασταλτικός παράγων για να προχωρήσουν οι ξένες επενδύσεις είναι ο κίνδυνος κοινωνικής αναταραχής, καθώς, όπως λένε υπάρχει μία αμείλικτη πραγματικότητα˙ «μία κοινωνία που κοχλάζει, ένα ασφαλιστικό σύστημα που καταρρέει, ένας στους δύο απολυμένους» λένε και σχολιάζουν ότι οι ξένοι κατά βάθος φοβούνται κάποια απρόβλεπτη αντίδραση από τους έλληνες.

«Εάν εκμεταλλευτούν την εσωτερική υποτίμηση και τους βγει, η Ελλάδα θα αποτελέσει ενσωματωμένο μέρος του σχεδίου για μία Γερμανική Ευρώπη. Ειδάλλως, εάν εκτεθούν στον επιχειρηματικό κίνδυνο και κληθούν να αντιμετωπίσουν κοινωνικό Αρμαγεδδώνα, θα έχουν αποτύχει» παρατηρούν.

«Το Βερολίνο μπορεί να δώσει πιστοποιητικό σταθερότητας. Ωστόσο, αντί να λύσει ριζικά το πρόβλημα, κάνει μάχη χαρακωμάτων, χρησιμοποιώντας την κρίση για να προχωρήσουν οι αλλαγές προς την κατεύθυνση της προοπτικής εμβάθυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω της λιτότητας και των παράλληλων μεταρρυθμίσεων. Παίζουν με τη φωτιά, ξεχνώντας ότι αυτή δεν σβήνει πάντα με νερό, αλλά και με αίμα» σχολιάζουν.

Μάλιστα, παρατηρούν, ανόητες εκφράσεις ελλήνων ιθυνόντων περί ύπαρξης «λίπους» στην Ελλάδα έχουν αποθρασύνει τους πιστωτές.

Το τέλος του κύκλου της εσωτερικής υποτίμησης

Σύμφωνα με συνομιλητές του Βερολίνου, οι Γερμανοί θεωρούν πλέον ότι ο κύκλος της εσωτερικής υποτίμησης σιγά - σιγά κλείνει και σπεύδουν να τοποθετηθούν εν όψει της εκκίνησης των ιδιωτικοποιήσεων. «Έμπρακτη απόδειξη αυτής της βούλησης είναι η δέσμευση κεφαλαίων από τράπεζες για επενδύσεις στην Ελλάδα, όπως η KfW, η οποία στοχεύει στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας» τονίζουν.

Σύμφωνα με όσα μεταδίδουν, το Βερολίνο θεωρεί την Ελλάδα ως «προνομιακό χώρο», διότι «αισθάνεται ότι αποτελεί ενεργειακό παράδεισο, ειδικά μετά την εγκατάλειψη του Γερμανικού πυρηνικού προγράμματος και την ακύρωση του σχεδίου εγκατάστασης φωτοβολταϊκών γεννητριών στην Αφρική».

Μάλιστα, όπως αναφέρουν, σε επίπεδο τεχνοκρατών θεωρούν - εν αντιθέσει με τους πολιτικούς - ότι η χώρα δεν είναι «μαύρο πρόβατο» ή ειδική περίπτωση, αποδεχόμενοι την συνευθύνη τους στο θέμα του δημοσίου χρέους.